Στο στόχαστρο των επενδυτικών συμφερόντων οι Σπέτσες. Απαράδεκτες προτάσεις του ΥΠΠΟ

Άλλη μια φωνή ήρθε να ενισχύσει τα «όχι» των Σπετσιωτών στην προσπάθεια ν’αποχαρακτηριστεί το νησί ως ιστορικός τόπος. Πρόκειται για την επιστολή του συλλόγου «Αρμάτα 1822» προς τους ενδιαφερόμενους, όπου παραθέτει επιχειρήματα, αλλά και επισημαίνει τις αντιφάσεις στην πρόταση του Υπουργείου Πολιτισμού που πυροδότησε το θέμα. Η σχετική επιστολή γράφει:
<<1.1.- Κατά την από 28-6-2011 εισήγηση της ΕΝΜΑ (Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων Αττικής), προς την ΔΝΣΑΚ (Δ/ση Νεώτερης και Σύχρονης Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς), σκοπός του Ν. 3028/02 είναι «η αποτελεσματικότερη προστασία των μνημείων».
1.2.- Η ίδια εισήγηση προτείνει να εξαιρεθεί πλέον από την υφιστάμενη ήδη προστασία το μείζον τμήμα του νησιού των Σπετσών.
Και τούτο – υποτίθεται – για «την καλύτερη προστασία των μνημείων, η οποία μέχρι τη δημοσίευση του ως άνω νόμου γινόταν χωρίς σαφή κριτήρια και συγκεκριμένες προδιαγραφές».
1.3.- Σημειώνεται, ότι η προστασία ολόκληρου του νησιού, ως τόπου, που παρουσιάζει ιδιαίτερο φυσικό κάλλος ή ενδιαφέρον από απόψεως αρχιτεκτονικής ή ιστορικής, έχει θεσπισθεί, δυνάμει της υπ’ αριθ. 10977/16-5-1967  αποφάσεως ΥΠΠΟ (ΦΕΚ 52/Β/31-5-1967).
Προστατεύεται επομένως ολόκληρο το νησί, όχι μόνον ως ιστορικός τόπος ή τόπος αρχιτεκτονικού ενδιαφέροντος, αλλά και ως τόπος «ιδιαίτερου φυσικού κάλλους».
Εξάλλου το 1976 οι Σπέτσες χαρακτηρίστηκαν ως παραδοσιακός οικισμός.
Αυτή η αυστηρή προστασία διαφύλαξε σημαντικά μέχρι σήμερα το γόητρο και την περιωπή του μικρού ιστορικού νησιού, που έγινε διάσημο για την κορυφαία συμβολή του στο αγώνα της εθνικής παλιγγενεσίας, και το κατέστησε πόλο έλξεως για όσους ενδιαφέρονται για περιήγηση, παραθερισμό ή δεύτερη κατοικία υψηλής στάθμης. Αυτή δεν επέτρεψε την ανηλεή περιβαλλοντική κακοποίηση, που γνώρισαν άλλα διάσημα νησιά της Ελλάδος.
1.4.- Θα ανέμενε ο καλόπιστος αναγνώστης της εισήγησης να διαπιστώσει, πώς και γιατί έχει δήθεν αποδειχθεί «μη αποτελεσματική» η προστασία των μνημείων, λόγω του χαρακτηρισμού ολόκληρου του νησιού, ως ιστορικού τόπου, και πώς αυτό θα επιτευχθεί, με την προτεινόμενη άρση του χαρακτηρισμού αυτού, ως προς το μεγαλύτερο τμήμα του.
Θα είχε πράγματι ενδιαφέρον να αποδειχθεί, κατά τί εμποδίζει ο χαρακτηρισμός αυτός, ολόκληρου δηλαδή του νησιού, μέχρι τώρα, την εν λόγω προστασία και ποίο μνημείο έμεινε απροστάτευτο, εξαιτίας του.
Θα ανέμενε να αναγνώσει κανείς, γιατί οι συνοικισμοί Αγίας Παρασκευής, Αγίων Αναργύρων, Αδοσίδου κλπ, που εξελίσσονται μέχρι σήμερα, κατά το πρότυπο του κεντρικού οικισμού της πόλεως, όπως άλλωστε και ο νεώτερος ιστός αυτής, θα έπρεπε να αλλάξουν χαρακτήρα και να εξελιχθούν σε τόπο πειραματισμού «θεόπνευστων» αρχιτεκτόνων, που θα μας θυμίζουν άλλες «πατρίδες» ή την οικοδομική «κόλαση» άλλων νησιών μας, που κακοποιήθηκαν από αυτούς και τους εντολείς τους.
Θα ανέμενε τέλος να αναγνώσει, ποία είναι τα «σαφή κριτήρια» και ποίες οι «συγκεκριμένες προδιαγραφές», που προτείνονται.
Μάταια όμως, γιατί η εισήγηση σιωπά αιδημόνως επ’ αυτών, περιοριζόμενη, κατά παράβαση του νόμου, σε ανεπίτρεπτες και επικίνδυνες αοριστολογίες.
Δεν παραθέτει οποιαδήποτε αιτιολογία, για την κατάργηση της προστασίας, ως προς το μεγαλύτερο τμήμα του νησιού.
2.- Δεν θα διαφύγει, ότι, όπως προκύπτει και από την εισήγηση, το νησί των Σπετσών είναι πολύ μικρό. Η περίμετρος της ακτογραμμής του είναι μόλις 11 μίλια.
Γι’ αυτό και μπορεί να τραυματισθεί εύκολα και ανεπανόρθωτα, από ανθρώπινες παρεμβάσεις.
3.- Από την εισήγηση προτείνεται εν τέλει να διατηρήσουν τον χαρακτήρα του ιστορικού τόπου μόνον : α) ο εντός σχεδίου πόλεως οικισμός, β) η ιδιοκτησία της Αναργυρείου – Κοργιαλλενείου Σχολής, γ) το ξενοδοχείο Ξενία,  δ) η χερσόνησος του Φάρου και ε) οι εξάρσεις του εδάφους, πέραν του ορίου του ισχύοντος σχεδίου πόλεως, «επί των οποίων ενδεχόμενη μελλοντική δόμηση θα είχε επιπτώσεις στην εξέλιξη της μορφής του οικισμού».
Προκύπτουν δύο συμπεράσματα :
α) Οτι η εισήγηση αμφισβητεί καταρχάς, ως μη όφειλε, την κυριότητα, νομή και κατοχή του ιδρύματος της Αναργυρείου και Κοργιαλλενείου Σχολής Σπετσών, επί του μείζονος δασοκτήματος αυτής, που εκτείνεται πέραν της νέας ερυθράς γραμμής προτεινόμενης προστασίας, που έχει χαραχθεί στο τοπογραφικό, που την συνοδεύει.
Την ιδιοκτησία του ιδρύματος εντοπίζει μόνον στην περιοχή των κτιρίων, πλησίον της πόλεως.
Σε ποιόν λοιπόν «ανήκει» και για ποιόν «προορίζεται» στο μέλλον το δασόκτημα του ιδρύματος, τώρα που προωθείται η παραπάνω ανεξέλεγκτη «αξιοποίηση» από τα διαφαινόμενα «επενδυτικά» πυράνχας ;;
Διότι ασφαλώς οι ορθόδοξοι επενδυτές ουδέποτε είχαν πρόβλημα λόγω της ισχύουσας προστασίας, που όφειλαν να σεβασθούν. Πρόβλημα υπήρχε μόνον από την πασίγνωστη ανεπάρκεια και διαφθορά των εμπλεκόμενων υπηρεσιών, που δεν καταβάλλεται δυστυχώς οποιαδήποτε προσπάθεια να θεραπευθεί.
Η προφανής αμφισβήτηση της κυριότητας του ιδρύματος από την εισήγηση είναι ακόμη πιο εξοργιστική και προκλητική, καθώς στην σελίδα 2 αυτής πλέκει εντελώς υποκριτικά το εγκώμιο του ιδρυτή Σωτήριου Ανάργυρου, που αναγνωρίζει ως την σημαντικότερη προσωπικότητα του νησιού, κατά τον εικοστό αιώνα. Στο τέλος όμως αμφισβητώντας τα εμπράγματα δικαιώματά του τον «στιγματίζει» και αυτόν ύπουλα και ύποπτα σαν «καταπατητή» !!
Παρά τα όσα όμως αναφέρει η εισήγηση, ο Σωτήριος Ανάργυρος θα παραμείνει στην συνείδηση των Σπετσιωτών, ως ο μεγάλος οραματιστής και πρόδρομος της υψηλής στάθμης περιηγήσεως και κατοικίας, που συνδέεται με αγάπη για τη φύση και τον απόλυτο σεβασμό στο περιβάλλον. Και όχι μόνον για τις Σπέτσες, αλλά για όλη τη Ελλάδα.
Για τον σκοπό άλλωστε αυτόν διέθεσε μεγάλο μέρος της περιουσίας του, αγοράζοντας, στις αρχές του εικοστού αιώνα, το μισό και πλέον νησί και δημιουργώντας το δάσος των Σπετσών, που πολλοί έκτοτε επιβουλεύονται και ορέγονται, τραυματίζοντας ενίοτε το τοπίο, με εμπρησμούς, καταπατήσεις και με ποικίλους τρόπους.
β) Οτι ο στόχος της εισήγησης είναι, πέραν της ερυθράς γραμμής, που χαράσσεται στο τοπογραφικό, που την συνοδεύει, να ανοίξει τους ασκούς του κερδώου οικοδομικού Αιόλου, χωρίς σεβασμό στην ιστορία, στην παράδοση και στο περιβάλλον του νησιού.
Οσοι λοιπόν απλά αγαπούν το νησί να σπεύσουν να το φωτογραφίσουν, ώστε να θυμούνται και να διηγούνται το ιδιαίτερο φυσικό κάλλος του, που μέχρι τώρα προστατεύεται νομικά.
Οσοι όμως το αγαπούν αληθινά οφείλουν να συστρατευθούν, ώστε η παραπάνω εισήγηση να καταλήξει στον κάλαθο των αχρήστων, όπου ανήκει.
Δεν πρέπει να διαφύγει, ότι η εισήγηση αυτή ήλθε στο φώς, σε ύποπτο χρόνο, μετά δηλαδή τους μεθοδευμένους και καταχθόνιους εμπρησμούς του έτους 2000 (δύο και τρεις ανά εβδομάδα !!) και την ταυτόχρονη αμφισβήτηση των δικαιωμάτων του ιδρύματος από το Δημόσιο !!
Αποτελεί την συνέχεια του σχεδίου, σε μια εποχή  γενικής και βαθιάς ηθικής και πολιτικής κρίσεως.
Είναι παρήγορο, που ο Δήμαρχος και η συντριπτική πλειοψηφία των μελών του Δημοτικού Συμβουλίου αντιστέκονται και απέρριψαν κατηγορηματικά την εισήγηση αυτή.
Ευχόμαστε να μείνουν όρθιοι μέχρι τέλους, στους ισχυρούς ανέμους, που θα αντιμετωπίσουν. Να μην επιτρέψουν να συμβεί αυτό, που εύχεται η γερμανική εφημερίδα Μπίλντ, στο φύλλο της 27-10-2010: «πουλείστε λοιπόν τα νησιά σας, ξοφλημένοι Ελληνες» .
Εμείς πάντως, ένα σωματείο των Σπετσών με πάνω από χίλια μέλη, θα μείνουμε μέχρι τέλους  στις επάλξεις της Σπετσιώτικης παράδοσης.
Ζητούμε με το παρόν να κληθούμε να παραστούμε ενώπιον του ΚΣΝΜ, κατά την προσεχή συζήτηση του θέματος >>.-

Η επιστολή, με ημερομηνία 27 Ιουλίου 2011, απευθύνεται προς το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού (Δ/ση Νεώτερης και Σύχρονης Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς) με κοινοποίηση στον πρωθυπουργό, τον υπουργό πολιτισμού και τουρισμού, τους αρχηγούς πολιτικών κομμάτων, τους βουλευτές της περιφέρειας καθώς και στον δήμαρχο Σπετσών, για να αναγνωσθεί, κατά την προσεχή συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου. Επίσης κοινοποιείται στον τύπο και στην WWF Παγκόσμιο Ταμείο για τη Φύση.
Την απόφαση να σταλεί η επιστολή υπογράφουν τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της «Αρμάτα 1822» Δημήτριος Ανάργυρος (Πρόεδρος), Μαρίνα Πάνου (Αντιπρόεδρος), Κατερίνα Χιώτη – Δελαπόρτα (Γ. Γραμματέας), Ζωή Μπούφη (Ταμίας) και Νικόλαος Λέκκας (Μέλος).
Στην ίδια συνεδρίαση, το σωματείο έδωσε εξουσιοδότηση για το χειρισμό αυτής της απόφασης στους δικηγόρους Αθηνών Παναγιώτη Γ. Πρωτοπαππά, Απόστολο Ζ. Μπαλμπούζη, Μαρία Αθ. Καλλιμάνη και Γεώργιο Α. Δήμα, Γεώργιο Π. Πρωτοπαππά και Βασιλεία Π. Πρωτοπαππά.

Posted on 6 Αυγούστου, 2011, in Αρχιτεκτονική κληρονομιά, Ιστορικά μνημεία, Φυσικό περιβάλλον. Bookmark the permalink. Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Στο στόχαστρο των επενδυτικών συμφερόντων οι Σπέτσες. Απαράδεκτες προτάσεις του ΥΠΠΟ.

Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.